Μενού Κλείσιμο

Η παράδοση της Κρητικής φορεσιάς

Όταν οι Κρητικοί φορούν μαύρο πουκάμισο και σαρίκι, κρατούν την κατσούνα και φορούν στιβάνια…τι επιρροές όμως δέχτηκε η παραδοσιακή Κρητική φορεσιά ώσπου να πάρει την μορφή που γνωρίζουμε σήμερα;  Ποιες επιρροές έδωσαν την τελική πινελιά στην Κρητική ενδυμασία με την πάροδο του χρόνου;

Ιδιαίτερη συμμετοχή στην ιστορία και στην εξέλιξη της κρητικής φορεσιάς παρουσιάζουν οι Ενετοί που απαγόρευαν στις γυναίκες της Κρήτης να φορούν πολυτελείς ενδυμασίες και να στολίζουν τα μαλλιά τους με διάφορους πολύτιμους λίθους αλλά και στους άντρες απαγόρευαν να ράβουν βελούδινα ρούχα και τη διακόσμηση με χρυσά κεντήματα. Μάλιστα, για τους ανυπάκουους Κρητικούς, το 1394 αυξάνουν τους δασμούς των εισαγόμενων υφασμάτων στην Κρήτη. Μέχρι τότε, άλλωστε, οι ευκατάστατοι κάτοικοι του νησιού επηρεασμένοι από την βυζαντινή πολυτέλεια είχαν υιοθετήσει ρούχα μεγαλοπρεπέστατα, καθώς όσο περισσότερα στολίδια είχαν, τόσο υψηλότερη ήταν η κοινωνική τάξη. Η βυζαντινή ενδυμασία φορέθηκε μετά την απελευθέρωση των Κρητών από τους Σαρακηνούς, το 961 μ.Χ. Με την άφιξη των Ενετών και τις απαγορεύσεις τους, η ενδυμασία των Κρητών επηρεάζεται πλέον από την δύση. Οι Κρητικές επιλέγουν φορέματα «cotehardie», δηλαδή ένα φόρεμα μονοκόμματο, εφαρμοστό στο στήθος και στους γοφούς για να τονίζει τις θηλυκές καμπύλες, μανίκια μέχρι τον αγκώνα και τετράγωνο άνοιγμα στο λαιμό. Αξιοσημείωτο της ενδυμασίας της εποχής είναι τα  πολύ ψηλά τσόκαρα που ονομαζόταν «calcagnetti» και για να τα περπατήσουν οι κυρίες έπρεπε να υποβαστάζονται από δύο υπηρέτριες. Οι άντρες ξεκινούν να φορούν κοντά ρούχα που φτάνουν περίπου μέχρι το γόνατο. Πιθανολογείται ότι οι Κρήτες υιοθέτησαν τη βράκα από τους Αλγερινούς πειρατές. Οι Κρητικοί συνήθως δούλευαν ως ναυτικοί στα Ενετικά πλοία και για να παραπλανούν τους Αλγερινούς που ρήμαζαν ολόκληρη την Μεσόγειο φορούσαν βράκα. Όταν εγκατέλειπαν τη δουλειά στα καράβια συνέχιζαν να φορούν βράκα, λόγω της κακής οικονομικής τους κατάστασης.

Οι αλλαγές όμως δε σταματούν εδώ, καθώς το 1669 λίγο πριν ξεσπάσει η Κρητική Επανάσταση, οι Οθωμανοί επιτρέπουν την εισαγωγή υφασμάτων από τις μουσουλμανικές περιοχές κι έτσι οι Κρητικοί έχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε μεταξωτά, ταφτάδες και δέρμα Οι γυναίκες φορούν φαρδιές φούστες, φαρδιές ζώνες, μεταξωτό συνήθως πουκάμισο, μαντήλι και χρυσοκέντητο γιλέκο. Ωστόσο, οι παραδοσιακές γυναικείες κρητικές φορεσιές που επικράτησαν αφορούν τα γιορτινά ρούχα και χωρίζονταν σε τρεις βασικούς τύπους, τη φορεσιά με ζιπόνι και φουστάνι, τη Σάρτζα και τη Κούδα, οι οποίες χωρίζονται και πάλι ανάλογα με τον τόπο όπου φοριούνται. Οι πιο διαδεδομένες σήμερα είναι η Σφακιανή και η Ανωγειανή φορεσιά. Απ’ την άλλη οι άνδρες καθιερώνουν την βράκα, το λευκό συνήθως πουκάμισο, τη ζώνη με το μαντήλι, το φέσι που αργότερα έγινε σαρίκι, το γιλέκο, το καπότο (είδος παλτού) και τα στιβάνια. Ο Κιαμίλ Αχμέτ Πασάς, διοικητής του Χάνδακα, απαγορεύει τα κόκκινα και λευκά σαρίκια, επιβάλει βράκες μπλε ή μαύρου χρώματος και τα κόκκινα παπούτσια. Μέχρι τότε τα στιβάνια των Κρητών ήταν μαύρου, μπορντώ αλλά και άσπρου χρώματος. Άσπρα στιβάνια όμως συνέχισαν να φορούν οι ανυπότακτοι Κρήτες ως ένδειξη αντίστασης και βασικό χαρακτηριστικό των καπετανέων της εποχής. Γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης, στο βιβλίο του «Καπετάν Μιχάλης»: ακούγαμε τους γέρους νά μιλούν γιά σφαγές, παλικαριές και πολέμους, γιά λευτεριά κι Έλλάδα, και καμαρώναμε, νά κατεβαίνουν άπό τά βουνά, μέ τις φουφοϋλες βράκες τους, μέ τ’ άσπρα στιβάνια τους, μέ το μαυρομάνικο παραχωμένο στη ζώνη, οι γέροι καπεταναίοι, σαν άγαθά θεριά, και νά κυκλοφορούν στα στενά σοκάκια του Μεγάλου Κάστρου

Το σαρίκι με τα κρόσια σαν δάκρυα, έκανε την εμφάνιση του στο δεύτερο τέταρτο του 20ου αιώνα και φανέρωνε τη θλίψη των Κρητικών για το ολοκαύτωμα της μονής Αρκαδίου. Αναπόσπαστο κομμάτι της Κρητικής ενδυμασίας ήταν το μαχαίρι. Το μαχαίρι που κοσμούσε την γυναικεία φορεσιά φανέρωνε γυναίκα αρραβωνιασμένη ή παντρεμένη. Το μαχαίρι ήταν δώρο του συζύγου και αποτελούσε μικρογραφία ανδρικού μαχαιριού. Από την άλλη, το μαχαίρι των ανδρών, που βρισκόταν πάντα ζωσμένο στην ζώνη της φορεσιάς τους, φανέρωνε την κοινωνική τους θέση και την οικονομική τους κατάσταση. Όσον αφορά την σταδιακή αντικατάσταση του λευκού πουκαμίσου με μαύρο, η ιστορία ξεκινάει από τα Σφακιά, στα τέλη του 17ου αιώνα, ακόμα από τις γνωστές βεντέτες. Μαύρο πουκάμισο φορούσαν οι συγγενείς του νεκρού για να δείξουν την θλίψη τους αλλά ταυτόχρονα, με αυτόν τον τρόπο φανέρωναν την «υπόσχεση» τους για εκδίκηση. Όταν πραγματοποιούσαν την «υποχρέωση» τους τότε έβγαζαν και το μαύρο πουκάμισο. Ωστόσο, το μαύρο πουκάμισο καθιερώθηκε ως καθημερινή ενδυμασία των Κρητών το 1936, όταν πέθανε ο Ελευθέριος Βενιζέλος.

Αντίθετα τα ρούχα στην ύπαιθρο ήταν πιο απλά και φθηνά. Ο Ιωάννης Κονδυλάκης στο βιβλίο του «Ο Πατούχας»,  παρουσιάζει με γλαφυρό τρόπο τις αλλαγές μιας κοπέλας που μετοίκησε στην πόλη, καθώς και την εντύπωση που προκάλεσε στους κατοίκους του χωριού της, οι οποίοι με την επιστροφή της στο χωριό φαίνεται να λένε «είντα να λέμε κεμείς πως ζούμε στον κόσμο και κάνομε! Να την ακούσετε να σας εδηγάτε τση χώρας τα καλά και τ’ αρχοντιές και να στουπίρη ο νους σας! αλλ’ όσο θαυμάσια δεν διηγείτο η ίδια τα διηγούντο οι στολισμοί, με τους οποίους ήλθε από την πόλιν, η μεταξωτή γάζα η αστροποίκιλτη, που περιέβαλλε την ξανθήν της κόμη, ο χρυσός σταυρός… το χρυσοποίκιλτον κοντόχι ή κοντογούνι, το οποίον, ανοικτόν εκ των έμπροσθεν, άφηνε να μαντεύωνται υπό το αραχνούφαντον προστήθιον με τους φαρμπαλάδες, και αι περικνημίδες και τα υποδήματα με τα υψηλά τακούνια».

Οι Κρητικοί με τα ρούχα τους δηλώνουν τον ψυχικό τους κόσμο…. «Ξεχνούν πως η ψυχή του ανθρώπου γίνεται παντοδύναμη, όταν συνεπαρθεί από μια μεγάλη ιδέα. Τρομάζεις όταν, ύστερα από πικρές δοκιμασίες, καταλαβαίνεις πως μέσα μας υπάρχει μια δύναμη που μπορεί να ξεπεράσει τη δύναμη του ανθρώπου, τρομάζεις… γιατί δεν μπορείς πια να βρεις δικαιολογίες για τις ασήμαντες ή άνανδρες πράξεις σου, ρίχνοντας το φταίξιμο στους άλλους. Ξέρεις πως εσύ, όχι η μοίρα, όχι η τύχη, μήτε οι άνθρωποι γύρω σου, εσύ μονάχα έχεις, ό,τι και αν κάμεις, ό,τι και αν γίνεις ακέραιη την ευθύνη. Και ντρέπεσαι τότε να γελάς, ντρέπεσαι να περγελάς αν μια φλεγόμενη ψυχή ζητάει το αδύνατο. Καλά πια καταλαβαίνεις πως αυτή ‘ναι η αξία του ανθρώπου: να ζητάει και να ξέρει πως ζητάει το αδύνατο· και να ‘ναι σίγουρος πως θα το φτάσει, γιατί ξέρει πως αν δε λιποψυχήσει, αν δεν ακούσει τι του κανοναρχάει η λογική, μα κρατάει με τα δόντια την ψυχή του κι εξακολουθεί με πίστη, με πείσμα να κυνηγάει το αδύνατο, τότε γίνεται το θάμα, που ποτέ ο αφτέρουγος κοινός νους δε μπορούσε να το μαντέψει: το αδύνατο γίνεται δυνατό…», Νίκος Καζαντζάκης, «Ο Καπετάν Μιχάλης»

Επιμέλεια: Χριστίνα Παλακιδου

Γραμματέας Συλλόγου Φίλων Κρητικής Παράδοσης «Ξαστεριά» Θέρμης

Κατηγορία arthra-blog